Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μεσορινόλοφος -
Rhinolophus euryale, Blasius,1853

Είναι μετρίου μεγέθους νυχτερίδα, μικρότερη από το παρόμοιο Rhinolophus mehelyi, με άνοιγμα πτερύγων έως και 32 εκατοστά και βάρος από 9 έως 14 γραμμάρια. Το τρίχωμα της ράχης είναι καφέ γκρι ή καφέ κόκκινο και συνήθως διαφέρει λίγο από το γκριζωπό (ενίοτε υπόλευκο) τρίχωμα της κοιλιακής χώρας. Τα μάτια του σχεδόν κρύβονται πίσω από το πέταλο, ενώ η πάνω προεξοχή της σέλας είναι οξύληκτη και λίγο κυρτή προς τα κάτω. Στο τέταρτο δάκτυλο η πρώτη φάλαγγα έχει λιγότερο από μισό μήκος από την δεύτερη, σε αντίθεση με το παρόμοιο Rhinolophus blasii.

Εξαπλώνεται σε όλες τις χώρες και ορισμένα νησιά της Μεσογείου, εκτός της Λιβύης και της Αιγύπτου. Είναι παρόν σε όλες τις Βαλκανικές χώρες, ενώ ένας απομονωμένος πληθυσμός βρίσκεται στη Σλοβακία και την Ουγγαρία. Επίσης απαντάται σε μία ζώνη μεταξύ του Καυκάσου και του Περσικού Κόλπου και στα σύνορα του Ιράν με το Τουρκμενιστάν.

Στην Ελλάδα το είδος αυτό έχει βρεθεί σε όλη σχεδόν την ηπειρωτική χώρα και λίγα νησιά. Πιθανότατα η εξάπλωσή του στη χώρα μας είναι ευρύτερη.

Προτιμάει τις δασωμένες εκτάσεις, αλλά και τις δενδροκαλλιέργειες, συνήθως σε καρστικές περιοχές με μικρό ή μέτριο υψόμετρο (κάτω από τα 1000 μ). Τόσο οι χειμερινές όσο και οι αναπαραγωγικές αποικίες του σχηματίζονται συνήθως σε σπήλαια, αλλά και ορυχεία (εκτός ασβεστολιθικών περιοχών). Στα βόρεια της κατανομής του γεννάει συνήθως σε κτήρια.

Οι αποικίες του σπάνια ξεπερνούν τα 1000 άτομα. Συνήθως σχηματίζουν πυκνές συναθροίσεις με άλλους ρινόλοφους, αλλά και με είδη των γενών Myotis και Miniopterus. Κυνηγάει την τροφή του στα όρια των δασών ή πάνω από τα δέντρα, αλλά η εξαιρετικά ευέλικτη πτήση του επιτρέπει να κυνηγάει και ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση. Ενίοτε κρέμεται από κούρνιες και σαρώνει τα περίχωρα για περαστικά έντομα. Κυνηγάει σε μία ακτίνα αρκετών χιλιομέτρων γύρω από τα καταφύγιά του.

Τα θηλυκά είναι αναπαραγωγικά ώριμα συνήθως μετά το δεύτερο έτος της ηλικίας τους και γεννούν μετά τα μέσα του Ιουνίου ή τον Ιούλιο ένα νεογνό, το οποίο ανεξαρτητοποιείται μετά από 4 εβδομάδες περίπου. Η μέγιστη καταγεγραμμένη ηλικία είναι 13 χρόνια.

Τρέφεται κυρίως με μικρές νυχτοπεταλούδες, αλλά και με δίπτερα (οικογένεια Tipulidae) και μικρά σκαθάρια.

Περιλαμβάνεται στο παράρτημα II της σύμβασης της Βέρνης και της σύμβασης της Βόννης, καθώς και στα παραρτήματα ΙΙ και IV της Οδηγίας  92/43 της ΕΕ. Επίσης προστατεύεται από το Προεδρικό Διάταγμα 67/81 και από την UNEP/EUROBATS. Λόγω της σημαντικής μείωσης των πληθυσμών του σε πολλές χώρες θεωρείται ως είδος Σχεδόν Απειλούμενο (NT) παγκοσμίως (IUCN). Παρόμοιο χαρακτηρισμό έχει και στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας, καθώς λίγες (και ευαίσθητες) μεγάλες αποικίες του είναι γνωστές. Έχει υποστεί δραματικές μειώσεις πληθυσμών στη Γαλλία και τη Σλοβακία, πιθανότατα λόγω της όχλησης στα καταφύγιά του και της χρήσης αγροχημικών.